Ὁ Ὅσιος Ἱερομόναχος Ἄνθιμος Ἀγιαννανίτης (†1913 – 28 Ἰουνίου 1996)
Ἑορτάζει στὶς 28 Ἰουνίου.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ΄. Θείας Πίστεως.
«Τόν ἐν Ἄθωνι ὀφθέντα ἄρτι διαυγέστατον χαρίτων σκεῦος καί ἀστέρα εὐσεβείας νεόφωτον πανευλαβῶς εὐφημήσωμεν Ἄνθιμον ὡς ἀγωγῆς καθαρᾶς ἄνθος ἥδιστον πόθω κράζοντες· χορείας ἀγγέλων σύσκηνε, Χριστόν ὑπὲρ ἡμῶν δυσώπει πάντοτε.»
Ὁ μητροπολίτης Φθιώτιδος Νικόλαος γράφει περὶ τοῦ ἀειμνήστου Γέροντος: «Ὁ Γέροντας Ἄνθιμος Ἀγιαννανίτης ἦταν ἀπὸ τοὺς τελευταίους παλαιοὺς Ἁγιορεῖτες, ποὺ στὸ πρόσωπό του συγκέντρωσε τὴν αὐστηρότητα τῆς ἀσκήσεως, τὴν ἐμμονὴ στὴ μοναχικὴ παράδοση καὶ τὴν ἀπαρέγκλιτη τήρηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς τάξεως. Ἦταν ὁ ἐκφραστὴς τοῦ γνησίου Ἁγιορείτικού μοναχικοῦ πνεύματος...».
Κατὰ κόσμον ὀνομαζόταν Κωνσταντῖνος Ζαφειρόπουλος τοῦ Χαραλάμπους καὶ τῆς Βασιλικῆς. Γεννήθηκε στὸ χωριὸ Καλλιάνοι τῆς Κορινθίας τὸ 1913. Μόλις πέντε ἐτῶν ἔμεινε ὀρφανὸς καὶ ἀπὸ τοὺς δύο γονεῖς. Φλεγόμενος ἀπὸ τὸν πόθο τῆς μοναχικῆς ἀφιερώσεως ἀναχώρησε γιὰ τὸ Ἅγιον Ὅρος τὸ 1929 καὶ ὑποτάχθηκε στὸν Γέροντα Γαβριὴλ († 1959), ποὺ μόναζε μὲ τὸν αὐτάδελφό του Μιχαὴλ († 1952), τοὺς ὁποίους διακόνησε ἀφοσιωμένα καὶ δὲν ἔπαυε νὰ λέει ὅτι ἦταν γι’ αὐτὸν οἱ δύο φύλακες ἀρχάγγελοι. Στὴν πανήγυρη τῆς Καλύβης τους, τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου, τὸ 1930, ἐκάρη μοναχός. Ἀπὸ τότε ἐπιδόθηκε μὲ περισσότερο ζῆλο στὴν ἄσκηση τῶν ἀρετῶν καὶ στὴ νέκρωση τῶν ἀντιθέων παθῶν. Τὸ 1933 χειροτονήθηκε διάκονος καὶ τὸ 1936 πρεσβύτερος.
Ἰδιαίτερη ἀγάπη εἶχε στὴ μελέτη. Τὰ βιβλία ἦταν καθημερινή του ἐντρύφιση, ὁ μόνος του θησαυρός. Τὸν βοηθοῦσε ἡ ἰσχυρή του μνήμη ν’ ἀποστηθίζει κεφάλαια ὁλόκληρα τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων. Οἱ γνώσεις του δὲν ἦταν μόνο θεολογικές. Γνώριζε καλὰ ἱστορία, φιλοσοφία, ἰατρική. Οἱ γνώσεις του ἐντυπωσίαζαν. Εἶχε μία χάρη στὸν λόγο, μία εὐγένεια καὶ λεπτότητα, ποὺ δὲν σὲ ἄφηνε νὰ κουρασθεῖς. Ἔτσι τὸν γνωρίσαμε κι ἐμεῖς: ὁμιλοῦντα χαριτωμένα, διηγούμενο Ἱστορίες πολύαθλων Γερόντων, βιαστῶν, ἀσκητῶν, ἀξιομακάριστων προ-κατόχων του. Ἐξομολογοῦσε στὴν Ἀθήνα τὴ μακαρίτισσα μητέρα μου, καὶ ἐμένα μὲ ἀγαποῦσε πολὺ ὁ καλοκάγαθος. Ὁ μακαριστὸς Γέροντας Παΐσιος († 1994) ἔλεγε: «Ὅταν ὁμιλεῖ ὁ παπα-Ἄνθιμος, νὰ κρατᾶς σημειώσεις. Τὰ λόγια του εἶναι σοφά, ἁγνά, μεστὰ θείας χάριτος». Ἀφιέρωνε ὧρες στὴν καθημερινὴ θεία λατρεία, τὴν προσευχὴ καὶ τὴ μελέτη. Ἐπίσης στὴν ἁγιογραφία, τὴν κηπουρική, τὴ μαγειρική, τὴν ἐπιστολογραφία. Δόξαζε ἀκατάπαυστα τὸν Παντοδύναμο καὶ Πανάγαθο Θεὸ γιὰ τὰ μεγαλεῖα τῆς φύσεως. Ὑμνοῦσε συνέχεια τὴ λατρευτή του Ὑπεραγία Θεοτόκο, ποὺ κατοικοῦσε στὸ σπίτι της καὶ φιλοξενοῦνταν στὸ θαυμάσιο Περιβόλι της. Ὡς λειτουργὸς ἔλαμπε ὡς ἄγγελος. Τὸν ναὸ εἶχε ἐπίγειο Παράδεισο. Δὲν τὸν κούραζε, πάντα τὸν χαιρόταν. Συνομιλοῦσε μὲ τοὺς ἁγίους. Γιὰ τὴν ὀρθόδοξη πίστη μποροῦσε νὰ χύσει ἄνετα καὶ τὸ αἷμα του. Ὅπως συνηθίζουν νὰ ζοῦν οἱ Ἁγιορεῖτες, κάθε πρωὶ ξυπνοῦσε σὰν νὰ εἶναι ἡ πρώτη ἡμέρα τῆς ζωῆς του καὶ κάθε βράδυ πλάγιαζε σὰν νὰ ἦταν ἡ τελευταία του. Ζοῦσε πάντα μὲ τὴν προοπτικὴ τῆς αἰωνιότητος. Τὸν συγκλόνιζε ἡ σκέψη τῆς ἐξόδου του ἀπὸ τὴ ζωὴ αὐτή, γιὰ τὴν ὁποία πάντα προετοιμαζόταν. Ἔλεγε: «Ὁ νοῦς μας πρέπει νὰ στρέφεται σὲ ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ μνημονεύει ἀκατάπαυστα τὴν τελικὴ κρίση του Δικαιοκρίτου Κυρίου μας. Ἔτσι μόνο τὰ πάθη μας καταπραΰνονται καὶ ἀφανίζονται. Ἡ μνήμη τοῦ θανάτου εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένη μὲ τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ...». Προεῖδε τὸ τέλος του. Μετὰ ἀπὸ σοβαρὸ τραυματισμὸ ποὺ εἶχε, ἀπὸ πέσιμο στὸν κῆπο τῆς αὐλῆς του, περιποιούμενος τὴν κληματαριά, μεταφέρθηκε σὲ νοσοκομεῖο τῆς Θεσσαλονίκης, ὅπου παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Πλάστη του, ποὺ ἀπὸ παιδὶ πρόσχαρα ὑπηρέτησε στὶς 28.6.1996. Κηδεύτηκε στὸ Κυριακὸ τῆς σκήτης, ποὺ ἐπὶ μισὸ αἰῶνα καὶ πλέον διακόνησε φιλότιμα μὲ τὴ συνοδεία του καὶ ἐτάφη στὸ κοιμητήρι της. Μᾶς ἔλεγε ὁ μακάριος σὲ μία ἐπίσκεψή μας: «Ἡ Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης εἶναι ἁγιοτρόφος. Ἔχει πιανθεῖ μὲ τοὺς ὀχετοὺς τῶν δακρύων καὶ τῶν ἱδρώτων πλήθους ἀσκητῶν, ποὺ ἀνὰ τοὺς αἰῶνες ἐπιποθοῦν την ἐν Χριστῷ τελείωση καὶ θέωση. Κάθε γωνιὰ εἶναι ἁγιασμένη ἀπὸ παλαιοὺς καὶ συγχρόνους ἁγίους... Στὸν τόπο τοῦτο κάθε βῆμα εἶναι κι ἕνας ἅγιος, ἕνας ἀσκητὴς ποὺ ἔφθασε μέχρι τὴν ἀπάθεια καὶ τὴ θέωση... Ὑπῆρχαν πραγματικοὶ ἐργάτες τῆς μυστικῆς θεολογίας, τῆς ἀενάου προσευχῆς...». Αὐτῶν τὴν ὁδὸ πιστὰ ὁ μακαριστὸς Γέροντας ἀκολούθησε.
Πηγές-Βιβλιογραφία:
Νικολάου Πρωτοπαπᾶ ἀρχιμ., Γέρων Ἄνθιμος Ἀγιαννανίτης ὁ Πνευματικὸς (1913- 1996), Ἀθήνα 1996. Χαραλάμπους Μ. Μπούσια, Ὁ Γέρων Ἄνθιμος ὁ Ἀγιαννανίτης, ὁ σοφὸς καὶ θεοφόρος σύγχρονος πατέρας του Ἄθωνος, Θεσσαλονίκη 2004.
Πηγή: Μοναχοῦ Μωυσέως Ἁγιορείτου, Μέγα Γεροντικὸ ἐναρέτων ἁγιορειτῶν τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνος Τόμος Β΄ – 1956-1983, σελ. 1407-1414, Ἐκδόσεις Μυγδονία, Α΄ Ἔκδοσις, Σεπτέμβριος 2011.
.jpg)