Οἱ Ἅγιοι Ἀνάργυροι Κοσμᾶς καί Δαμιανός, κατάγονταν ἀπό τήν Ρώμη καί ἄθλησαν κατά τούς χρόνους τῶν ἀδελφῶν Αὐτοκρατόρων Νουμεριανοῦ καί Καρίνου (283-285 μ.Χ). Ἰατροί στό ἐπάγγελμα, θεράπευαν τούς συνανθρώπους τους δωρεάν στο ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, τούς δίδασκαν ταυτόχρονα τήν Χριστιανική πίστη καί ὁδηγοῦσαν πρός αὐτήν ὁσους εἶχαν ἰαθεῖ. Κάθε φορά πού πιέζονταν ἀπό κάποιον πλούσιο νά λάβουν ἀμοιβή, τόν συνεβούλευαν νά τή διαθέσει πρός τούς φτωχούς. Ἐξ αἰτίας αὐτοῦ ο Θεός ἐνίσχυσε τίς ἰατρικές τους γνώσεις καί τούς ὅπλισε μέ τήν χάρη τῆς θαυματουργίας. Ὅταν κατηγορήθηκαν στόν αὐτοκράτορα Καρῖνο ὅτι δῆθεν ἐπιτελοῦσαν τίς θεραπεῖες τους διά μαγικῶν ἐνεργειῶν, προσῆλθαν μόνοι τους ἐνώπιόν του. Ἐπειδή δέν πείσθηκε γιά τήν ἀποδιδόμενη κατηγορία ἐναντίον τους, τούς ἄφησε ἐλεύθερους. Ἡ φήμη τους ὁλοένα καί διαδιδόταν, τό ὄνομα του Κυρίου ὁλοένα καί δοξαζόταν, ἀλλά καί ὁ φθόνος τῶν εἰδωλολατρῶν γινόταν καθημερινά σφοδρότερος. Ἔτσι, ὅταν ἐκλήθησαν ἀπό τόν εἰδωλολάτρη πού τούς δίδαξε ...